Φρεναπάτες

Έλεγα "Ναι" και έλεγα ψέμματα.

Στους γκρεμούς και τ' απλώματα της χώρας,
     αντηχούσαν.
     Οι Αρχιτέκτονες που χάραζαν τα νέα σύνορα, πυροβολώντας χρώματα.
     Οι Οικοδόμοι που θεμελίωναν τα κτίσματα, κονιορτοποιώντας τα προηγούμενα και τις μνήμες που δεν ήτανε.
     Αλυχτούσαν.

Έλεγα "Ναι", έλεγα ψέμματα.

Τ' άνθη έσκαγαν με θόρυβο και γιορτή, απλώνονταν στους τοίχους πριν εκείνοι υψωθούν εντελώς. Ο ήλιος κεντούσε τις αυλές και στις κρήνες που εμφανίζονταν η μια μετά την άλλη, σαν κύματα ήρεμου νερού. Κάτι πουλιά άγνωστα έσερναν με τα ράμφη τους τα βιβλία στις θέσεις τους. Τα κτίρια ορθώνονταν. Τα μελίσσια στις ροδακινιές στάθηκαν για λίγο ακίνητα. Ο τόπος ρίγησε για μια στιγμή, ευωδιάζοντας πασχαλιά·  σε καλούσε.

Έλεγα "Ναι" και έλεγα ψέμματα.
     Έστρεψα την πλάτη κι άρχισα να απομακρύνομαι.
     Πίσω μου, τυλιγμένη σε απίθανα στρώματα λήθης, η φυλακή σου ήταν έτοιμη.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου