Icicle

Φορούσες εκείνο το λευκό πανωφόρι που άλλοτε σε έκανε να αστραποβολείς όπως το χιόνι, αλλά τώρα είχε πια φθαρεί, είχε χάσει την καθαρή του ασπράδα που θύμιζε δροσιά και λύτρωση. Τώρα ήτανε κάτι απροσδιόριστο και γκρι, κάτι που θύμιζε μονάχα, μα δεν ήταν.

Όμως στεκόσουν πάντα στο χιόνι κι εγώ σε κοίταζα.

Και γύρω το κρύο ράγιζε τους τοίχους, τσάκιζε τα χρώματα και τα 'σφιγγε όλα σε μιαν αμείλικτη αγκαλιά, λες και τα πάγωνε για να τα εξαγνίσει. Λες και πάγωνε τον χρόνο για να 'χουμε μιαν ελάχιστη στιγμή να γλιστρήσουμε απ' τις χαραμάδες του και ν' αγιάσουμε.

Όμως στεκόσουν πάντα στο χιόνι.

Κοίταζα το κουρελιασμένο παλτό σου να κουβαλά στη φθορά του όλη την τρυφερότητα της βιωμένης ζωής. Το φθαρμένο παλτό σου στο χιόνι, να μην αστράφτει πια.

Όμως στεκόσουν πάντα στο χιόνι και γύρισες να με κοιτάξεις.

Και είδα το λευκό σου δέρμα, πάλλευκο σαν το χιόνι, να λάμπει.

Και οι λευκές λέξεις που είπες, που δεν μπορούσαν να διασχίσουν την παγωμένη ατμόσφαιρα, έλαμπαν κι αυτές.

Και όταν η απόσταση μεταξύ μας πάγωσε και στερεοποιήθηκε και δεν μπορούσα πια να σε αγγίξω, έλαμπε κι αυτή.

Όμως στεκόσουν πάντα στο χιόνι 
και τα πάντα έλαμπαν από υλοποιημένη αγάπη.
                                                                                                         

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου