Στην πόλη τα αγόρια χάθηκαν.
Το λέγανε όλες οι τηλεοράσεις, το άκουγες παντού, στον δρόμο, στο μαγαζί και στο σπίτι- το έβλεπες. Ήταν μια εξαφάνιση την οποία έβλεπες.
Είχε συμβεί προχθές, αν και κανείς δεν είχε καταλάβει ακριβώς το πώς. Φυσικά, είχαμε όλοι δει τα αγόρια να βγαίνουν. Από το σπίτι ή από την τάξη, τούς είχαμε δει να παρατάνε το παιχνίδι ή το κολατσιό, να σηκώνονται από τον ύπνο κι είχαμε ακούσει τα βήματα και τα παπούτσια τους.
Όχι, δεν κάναμε τίποτα. Δεν φανταστήκαμε ότι θα μπορούσε να είναι κάτι σημαντικό, πώς θα μπορούσαμε; Ο καθένας μας έβλεπε ένα αγόρι να βγαίνει έξω. Ένα αγόρι να απομακρύνεται. Ο καθένας μας έβλεπε ένα μόνο αγόρι.

Ποδήλατα, χώματα, μπάλες και παγκάκια και παγωτά, όλα αφημένα. Τα κορίτσια μάς κοιτάζουν με βλέμμα παράξενο και σκοτεινό, τα έχουμε συνεχώς στο νου μας μήπως χαθούν και αυτά. Μας φαίνεται πως κάτι γνωρίζουν. Το βλέμμα τους μας τρομάζει, αλλά τα έχουμε πάντα στο νου μας.
Χθες στην πόλη χάθηκαν τα κορίτσια.