Νικώντας τον χαμένο χρόνο

Ο πόθος ερχόταν με το δροσερό νερό που ίδρωνε τα κρύσταλλα των ποτηριών, μούσκευε τα δάχτυλά μας κι αγκάλιαζε τις λάμες των μαχαιριών στο τραπέζι.

Τα δάχτυλα μας πάσχιζαν να εκτελέσουν απαρέγκλιτα τις προκαθορισμένες κινήσεις, αποφεύγοντας ν' αγγίξουν μάγουλα και τρέμοντας στο βάρος της μυρωμένης μνήμης που πετροβολούσε Καλοκαίρι.

Καθώς ο χρόνος άπλωνε ράθυμα τ' αραβουργήματά του στα φλογισμένα μάγουλά μας, κοιταχτήκαμε σιωπηλοί.

Σηκωθήκαμε απ' το τραπέζι. Ήτανε Μάης.
Κάπου μακριά ένα φτερό γλάρου έπεσε αναριγώντας νωχελικά την επιφάνεια του νερού.

Σηκώσαμε τα μπατζάκια, τα φουστάνια μας και κοιτάξαμε τα κατάλευκα, άσπιλα πια πόδια μας. 
Ήταν Απρίλης.
Ξεκινήσαμε.

Λίγο πριν το γόνατο μας ματώσει και πάλι τρυφερά, λίγο πριν οι ανάσες μας κοπούν ξανά μέχρι λιγοθυμίας από έρωτα, είχαμε φτάσει στον προηγούμενο Αύγουστο.


Από τότε ερωτευόμασταν και ματώναμε στις πέτρες συνέχεια καθώς ο νικημένος χρόνος επέστρεφε ολοένα προς το φως.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου