Οι τελευταίες μέρες ενός άστρου

Ήταν ήρεμες οι μέρες μας. Μοιρασμένες ανάμεσα στην ήσυχη κανονικότητα της δουλειάς, των αναγκαίων μετακινήσεων και του απαραίτητου φαγητού, μουδιασμένες από την τακτικότητα και την επανάληψη, έσπαγαν τα σώματά τους πάνω στα ημερολόγιά μας χωρίς ποτέ ν’ αλλάζουν τίποτε. Τις παρακολουθούσαμε αμέτοχοι κι αδιαμαρτύρητοι σαν τ’ αναγκαίο κακό που μας είχε ορίσει η ζωή, σαν πάθημα κληρονομημένης αμαρτίας που ‘πρεπε απλά να το υπομείνεις, δεν μπορούσες να τ’ αποτινάξεις από πάνω σου, να τ’ αποκηρύξεις.
      Ήτανε ήρεμες οι μέρες μας. Όταν συναντιόμασταν στο δρόμο χαιρετιόμασταν γρήγορα και κοφτά, σαν να μην ήμασταν εμείς, εκούσιοι απόντες από τα σώματά μας, διαρκώς αναχωρώντας μα ποτέ αφιχθέντες, αιώνια πικραμένοι του ήλιου και παραπονούμενοι της αυγής.
           
Μόνο τις νύχτες επιστρέφαμε. Γιατί ήταν τις νύχτες που κατεβαίναμε στα λιμάνια, ανεβαίναμε στις σκεπές ή ξαπλώναμε στα σκοτεινά λιβάδια μας για να καθρεφτίσουμε τα πρόσωπά μας στον πορφυρό ουρανό. Είχαμε πάντα κάτι καινούριο να μάθουμε, υπήρχε πάντα κάποια ανακοίνωση για έναν καινούριο αστερισμό, την αλλαγή της ρότας ενός κομήτη ή την ανακάλυψη ενός άλλου γαλαξία. Ενθουσιασμένοι και κάθε φορά πιο έκθαμβοι από ποτέ παρακολουθούσαμε εκστατικά τις φανταστικές λάμψεις να δυναμώνουν, να φθίνουν και να μετασχηματίζονται αλλάζοντας διαρκώς το σώμα του απέραντου κενού που απλωνόταν λαμπρό κι αδιάφορο από πάνω μας.
      Μόνο τις νύχτες επιστρέφαμε. Η σπάνια προνομιακή θέση του πλανήτη μας προσέφερε μοναδική οπτική σε αναρίθμητα ουράνια σώματα  και το εκμεταλλευόμασταν στο έπακρο. Καθισμένοι στη ράχη του πιο φωτεινού άστρου του γαλαξία, μακαρίζαμε τους εαυτούς μας που είχαμε ευτυχήσει να γεννηθούμε εκεί από οπουδήποτε αλλού, εκεί όπου οι νύχτες θύμιζαν ατέρμονες βόλτες σε απέραντα θαυματοπωλεία.

Τη νύχτα εκείνη, αφού είχαμε πληροφορηθεί για την σπειροειδή πορεία ενός κομήτη και τις αστρικές καταιγίδες που προκαλούσε στο πέρασμά του, το μεγάλο δέντρο στο λιμάνι έπιασε φωτιά. Για μια στιγμή τα πάντα σίγησαν. Έπειτα ο γαλαξίας και οι θέσεις των άστρων τρεμόπαιξαν παράξενα.
      Οι ειδικοί χρειάστηκαν μόνο λίγες ώρες για να ανακαλύψουν πως όλα εκείνα τα χρόνια που είχαμε στυλώσει τα μάτια μας εμμονικά στο κενό χωρίς ν' αναρωτιόμαστε, ταξιδεύαμε στην πλάτη ενός ετοιμοθάνατου άστρου.
      Λίγο αργότερα οι πλανήτες και τα νεφελώματα ρίγησαν, λικνίστηκαν και αναφλέχθηκαν ραίνοντάς μας με υπέρλαμπρες σταγόνες φωτιάς.
      Έπειτα ο ουρανός όρμηξε καταπάνω μας.

2 σχόλια:

  1. Aφωνη για αλλη μια φορα!Απροσμενο τελος.Ενας νεος τροπος εκφρασης,οπου ολα ειναι ρευστα,υπο ανατροπη.ΜΠΡΑΒΟ!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή